Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΣΥΝΕΙΣΦΟΡΑ ΤΟΥ ΝΙΚΟΥ ΠΛΟΥΜΠΙΔΗ
Όταν κανείς επιχειρήσει να αποτιμήσει ιστορικά, και να τη συνδέσει με
την τρέχουσα πολιτική συγκυρία, την προσφορά του Νίκου Πλουμπίδη, δεν πρέπει να
υποπέσει στο σφάλμα να αναδείξει μόνο τις ψυχολογικές παραμέτρους που
προσδιόρισαν, σε μεγάλο βαθμό δικαιολογημένα αλλά και ενίοτε λανθασμένα, την
πρόσληψη της προσφοράς αυτής στη συλλογική μας μνήμη. Γιατί όταν μιλά κανείς
για τον Πλουμπίδη και τη δράση του οφείλει να τον αντιλαμβάνεται, όχι μονοδιάστατα
ως το τραγικό θύμα των συνεπειών του εμφυλίου, στόχο προσωπικής εμπάθειας ή αόριστα
μιας σταλινικής λογικής (του Ζαχαριάδη και των υποστηρικτών του), αλλά ως
παραγωγό πολιτικής, ως συντελεστή μιας στρατηγικής, ως κέντρο αντιπαράθεσης σε
μια συνολικότερη διαδικασία ανασύνταξης του μετεμφυλιακού πολιτικού λόγου και
δράσης της ελληνικής Αριστεράς. Σε αυτά εγγράφεται, και μέσω αυτών αποκτά
ιδιαίτερο νόημα, η φυσική αλλά και η απόπειρα ηθικής του εξόντωσης.
Με άλλα λόγια, η περιπέτεια του Πλουμπίδη, δεν πρέπει να παραδίνεται
στη συγκίνηση που γεννά. Γιατί ήταν μια
περιπέτεια έμπλεη πολιτικής που δεν περιορίζεται στο δικό του ιστορικό
παράδειγμα αλλά συνδέεται με μια ευρύτερη απαίτηση αναζήτησης μιας αριστερής στρατηγικής
αναγκαίας, στους γενικούς πολιτικούς της όρους, σε κάθε ενδεχόμενη περίοδο
έκτακτων συνθηκών στο πεδίο της ταξικής πάλης. Αυτός ακριβώς είναι και ο αποχρών
λόγος της επικαιρότητας της παρέμβασης Πλουμπίδη, γεγονός που την καθιστά ως
οδηγητικό μίτο εξαιρετικά χρήσιμη έναντι της σημερινής συγκυρίας.
Γιατί ο Πλουμπίδης, παρά το σύντομο διάστημα που έδρασε στη
μετεμφυλιακή περίοδο πριν συλληφθεί, κλήθηκε να σχεδιάσει την πολιτική της τότε
Αριστεράς υπό ιδιάζουσες συνθήκες, θέτοντας παρακαταθήκες καθοριστικές στην
εξέλιξη του πολιτικού της αγώνα, αυτές για τις οποίες υπέστη τη μήνι των
μηχανισμών εξουσίας τόσο στα πλαίσια του αστικού κράτους, όσο και στο εσωτερικό
του δικού του πολιτικού χώρου. Ήταν μια πολιτική παρέμβαση, ένα επίδικο
πολιτικό διακύβευμα, που προσδιόρισε, και αυτή ήταν η νίκη του Πλουμπίδη, όλες τις
διαδικασίες που ακολούθησαν μετά την εκτέλεσή του. Διαδικασίες που στοιχειοθετήθηκαν
τόσο από την επιτυχή πορεία της ΕΔΑ, την ταχύτατη ανασύνταξη των κοινωνικών
μετώπων της Αριστεράς όσο και από τις αλλεπάλληλες ήττες του αστικού καθεστώτος
στο θέμα του εκδημοκρατισμού της πολιτικής ζωής, ήττες που το υποχρέωσαν να
ανασυστήσει άρδην τους μηχανισμούς πολιτικής βίας του εμφυλίου με κατάληξη τη
χούντα των Συνταγματαρχών.
Πράγματι, αυτό που προσέφερε διαχρονικά στην Αριστερά ο Πλουμπίδης ήταν
η δυνατότητα να συγκροτεί τα πολιτικά της μέτωπα σε συνθήκες που απαιτούσαν εκτεταμένο
συντονισμό και ειδικούς χειρισμούς. Ειδικούς γιατί η Αριστερά είχε ηττηθεί και
κονιορτοποιηθεί πολιτικά στον εμφύλιο, είχε κατασυκοφαντηθεί και λοιδορηθεί,
είχε να αντιμετωπίσει τη διάρρηξη των σχέσεών της με το κοινωνικό σώμα, που εν
τω μέσω παρατεταμένης κατατρομοκράτησης λόγω των εκτελέσεων και των εκτοπίσεων
που συνεχίζονταν, αδυνατούσε να βρει τα πολιτικά του στηρίγματα. Κυρίως, όμως, οι
οπαδοί της Αριστεράς βίωναν μια εκτεταμένη πολιτική σύγχυση εξαιτίας της
απουσίας οιασδήποτε ανάληψης ευθυνών από μέρους της ηγεσίας της για τον εμφύλιο
και την κατάληξή του, όσο και λόγω της «διπλής» και πλήρως αντιφατικής πολιτικής της, που επιχειρούσε να συμβιβάσει
τη νόμιμη ύπαρξη με τη στρατηγική του «όπλου παρά πόδα».
Σε αυτές τις συνθήκες ο Πλουμπίδης πέτυχε αυτό που οι Αμερικανοί
θεωρούσαν ακατόρθωτο: να θέσει τις βάσεις για την αναθέρμανση των σχέσεων της
Αριστεράς με τις μάζες. Και αυτό συμπύκνωνε τη μεγάλη του πολιτική συμβολή.
Γιατί έναντι διαλυμένων κομματικών οργανώσεων, μιας εκτεταμένης χαφιεδοφοβίας,
τρομοκρατημένων και απαυδισμένων πολιτικών συμμάχων και εκτεταμένης πολιτικής
καταστολής κατόρθωσε να θέσει τις βάσεις ώστε να επανέλθει η Αριστερά στην
εκλογική κονίστρα και να ανασυγκροτήσει τους πολιτικούς της μηχανισμούς.
Ήταν τελικά η νίκη μιας στρατηγικής που προσαρμοσμένη στις νέες
συνθήκες απέδωσε, όπως και στις συνθήκες της Κατοχής: αυτή της αναπαραγωγής του
πολιτικού μοντέλου του ΕΑΜ. Εκτεταμένες, κατά το δυνατόν, κοινωνικο-πολιτικές
συμμαχίες, εκδημοκρατισμός των διαδικασιών στη λήψη αποφάσεων, προαγωγή των
μαζικών κινηματικών διαδικασιών, διατήρηση της πολιτικής αυτονομίας της κάθε
συμβαλλόμενης δύναμης χωρίς υποκαταστάσεις, διαχωρισμός των τακτικών από τους
στρατηγικούς στόχους στη βάση κοινών συμφωνιών και του σεβασμού στην τήρηση
τους. Κυρίως, όμως, συνεχής ανάπτυξη των δυνατοτήτων που παρείχαν οι σωρευμένες
πολιτικές επιτυχίες, όπως έγινε με την εξέλιξη του αντιστασιακού ΕΑΜ σε έναν
φορέα παραγωγής λαϊκών πολιτικών εξουσιών.
Μια τέτοια στρατηγική ήταν επί της ουσίας ένα εγχείρημα εξαιρετικά σύνθετο
που προϋπέθετε σαφή γνώση και ανάλυση της πολιτικής κατάστασης, αποστασιοποίηση
από τις υπερφίαλες σχηματοποιήσεις, αξιοποίηση της προηγούμενης εμπειρίας αλλά
και συνέπεια και επινοητικότητα ώστε να υπερβεί κανείς τις προσωπικές
στρατηγικές και να επιδιαιτητεύσει στις καταιγιστικές ενδοκομματικές αντιθέσεις.
Αυτά υπό το κράτος μιας διαρκούς απειλής καταστολής και ποινικοποίησης που
αναπαρήγαγε και μεγέθυνε τις αντιθέσεις αυτές.
Ο μόνος που μπορούσε να πληροί τις προϋποθέσεις για να δρομολογήσει αυτό
το τιτάνιο έργο ήταν σε αυτή τη φάση ο Νίκος Πλουμπίδης. Γιατί διέθετε πλήρη
την εμπειρία της διαχείρισης της σιωπηλής κοινωνικής απαίτησης για τη
συγκρότηση τέτοιων κοινωνικών μετώπων από την πρώτη στιγμή που ιστορικά
συγκροτήθηκαν αλλά και γνώση των φάσεων και των αντιφάσεων στις οποίες περιήλθαν.
Συμμετέχοντας στο 7ο Συνέδριο της Κομμουνιστικής Διεθνούς, το
Αύγουστο του 1935 που υλοποίησε την πολιτική των λαϊκών μετώπων και στην
Ενωτική ΓΣΕΕ του μεσοπολέμου που δρομολόγησε πολιτικές αντιφασιστικές συνθέσεις
στα πλαίσια των τότε συνδικαλιστικών οργανώσεων, ως παλιός γραμματέας της
παράνομης Κ.Ο Αθήνας επί Μεταξά, ο Πλουμπίδης απέκτησε σαφή αντίληψη στην
καθοδήγηση μετώπων που υπερέβαιναν τα στενά κομματικά όρια. Η συμβολή του στη
συγκρότηση του Εργατικού ΕΑΜ και η διοργάνωση
των μεγάλων εργατικών
κινητοποιήσεων της Κατοχής που ματαίωσαν την επιστράτευση, κυρίως όμως η
συνεισφορά του ως μέλος του ΠΓ του ΚΚΕ στη Πανελλαδική Συνδιάσκεψη του
Δεκεμβρίου του 1942 που σχεδίασε τη στρατηγική και την πολιτική μορφή του ΕΑΜ, ήταν
αυτά του προσέδωσαν την ευελιξία να προσαρμόζει τους πολιτικού στόχους στις
ανάγκες της τακτικής. Είχε και την ευρεία αποδοχή του συνόλου του αριστερού
πολιτικού κόσμου παρότι ήταν ένα ανυποχώρητο στέλεχος στις πολιτικές του
απόψεις, όπως άλλωστε φάνηκε από την πρώτη στιγμή όταν έμμεσα απέρριψε τις
εθνικο-πατριωτικές εξάρσεις του γράμματος του Ζαχαριάδη, τον Οκτώβριο του 1940
και το οποίο κατήγγειλε ως πλαστό.
Στη βάση αυτών των προσωπικών πλεονεκτημάτων ο Πλουμπίδης μεθόδευσε επιτυχώς
τη συγκρότηση του «νέου ΕΑΜ» στην αρχική και κρισιμότερη ίσως φάση του. Είχε
και το ευτύχημα ότι είχε την αμέριστη πλαισίωση του ανθρώπου που ήρθε από την
υπερωρία να τον ελέγξει, του Ν. Μπελογιάννη. Και όταν ο τελευταίος συνελήφθη, ο
Πλουμπίδης συνέχισε μόνος του αταλάντευτα να υλοποιεί αυτό που θεωρούσε ως το
απόσταγμα των αντιφατικών εντολών του ΠΓ του ΚΚΕ, παρότι το δεύτερο παράνομο
κλιμάκιο του ΚΚΕ στην Αθήνα τον υπέσκαπτε συστηματικά.
Ωστόσο, δεν ήταν αυτό το κύριο εσωτερικό πρόβλημα του Πλουμπίδη. Ήταν ο
διαρκής φόβος της τότε ηγεσίας του ΚΚΕ ότι θα υποκατασταθεί από δυνάμεις που
δρούσαν στην Ελλάδα, ήταν η αγωνία του Ζαχαριάδη να μην εκδηλωθεί εσωκομματική
κριτική και αμφισβήτηση για τη στρατηγική του και τον τρόπο διαχείρισης του
Δημοκρατικού Στρατού, αλλά κυρίως ήταν η αδυναμία της επίσημης κομματικής
επεξεργασίας της πολιτικής των συμμαχιών. Και αυτά στο πλαίσιο ενός κλίματος όπου
το Κομμουνιστικό Κόμμα της Σοβιετικής Ένωσης επιχειρούσε, την ίδια περίοδο, να
επιβάλει τον έλεγχό του σε όλα τα επιμέρους κομμουνιστικά κόμματα της Ευρώπης,
ανακάλυπτε παντού «εθνικιστές», όπως τον Τίτο, τον Κοστόφ, τον Ράικ, τον
Σλάνσκι, τον Κλεμέντις, τον Γκομούλκα και άλλους, πολλοί από τους οποίους οδηγήθηκαν
στο εκτελεστικό απόσπασμα. Μάλιστα, τη στιγμή που η αστυνομία και ο γενικός
διευθυντής της Αστυνομίας Πόλεων Ι. Πανόπουλος, για να ενσπείρει σύγχυση, προσπαθούσε
με ψευδείς πληροφορίες να στρέψει το ΚΚΕ κατά του Πλουμπίδη για να τον
εξοντώσει πολιτικά.
Υπό την έννοια αυτή ο Πλουμπίδης ήταν θύμα των ίδιων των ανυπέρβλητων
δυσκολιών της προσπάθειας που ανέλαβε. Ήταν οι φόβοι και η αδυναμία της
επίσημης ηγεσίας του ΚΚΕ να αντιληφθεί τις προτεραιότητες και τα προβλήματα
στρατηγικής που έθετε η συγκυρία, ήταν η απέλπιδα προσπάθεια του επίσημου
κράτους να παρεμποδίσει την ιστορική απαίτηση για την ανασύνταξη της ελληνικής
Αριστεράς, προμετωπίδα της οποίας ήταν ο Πλουμπίδης. Τα ενδεχόμενα που
αντιμετώπιζε ήταν από την αρχή πρόδηλα: ο Μπελογιάννης οδηγήθηκε στο
εκτελεστικό απόσπασμα από ένα κράτος που παραβίασε κάθε δικονομική αρχή για να
τον εξοντώσει, ο ίδιος ο Πλουμπίδης εκτελέστηκε, τον Αύγουστο του 1954, τρόπον
τινά ως τιμωρία, τη στιγμή που η Αριστερά είχε εξασφαλίσει τις πρώτες της
επιτυχίες στην κεντρική πολιτική σκηνή, τότε που το «Δημοκρατικό Κόμμα
Εργαζόμενου Λαού» των πρώην συνοδοιπόρων (Καρτάλης, Σβώλος, Αλλαμανής) σε
συνεργασία με την ΕΔΑ εξέλεξαν του δικούς τους δημάρχους στους μεγαλύτερους
δήμους της χώρας.
Αλλά και η ίδια η τότε ηγεσία του ΚΚΕ ηττήθηκε από τις εξελίξεις.
Αρχικά όταν όχι μόνο γιατί επέβαλαν την παραμονή του Πλουμπίδη στην Αθήνα, όταν
η επίσημη κομματική επιδίωξη ήταν να απομακρυνθεί από αυτήν, αλλά και όταν,
παρά την αρχική κομματική απομόνωση, τον Δεκέμβριο του 1950, ο Πλουμπίδης
επανήλθε, αντικαθιστώντας τον Ν. Βαβούδη που απέτυχε παταγωδώς, συντόνισε τη
δημιουργία της ΕΔΑ και την βοήθησε ώστε να εξασφαλίσει θέση στην εκλογική
διαδικασία. Απομακρύνθηκε τελεσίδικα όταν του αποδόθηκε το γεγονός ότι η ΕΔΑ φαινόταν
να διασφαλίζει μια σχετικά αυτόνομη πολιτική λειτουργία, αναγκαία όμως εξέλιξη
σε σχήματα πραγματικών πολιτικών συμμαχιών. Και μάλιστα για να υπονομευτεί
ηθικά χρησιμοποιήθηκε ως πρόσχημα ότι ο Πλουμπίδης δεν υπέβαλε την υποψηφιότητα
Μπελογιάννη στις εκλογές του 1951.
Έτσι, στις 3 Σεπτεμβρίου 1951, μια
εβδομάδα πριν η ΕΔΑ αποσπάσει το 10.57% του εκλογικού σώματος (έχοντας ουσιαστικά στο πλευρό της και μεγάλο τμήμα
των ψηφοφόρων που έδωσαν την τότε κυβέρνηση στον Πλαστήρα), το Π.Γ εξέδωσε
απόφαση κατά του Πλουμπίδη για συνειδητή διαστρέβλωση στη γραμμή του και στις
10 Ιανουαρίου 1952 ζήτησε πλήρη στοιχεία για την εν γένει διαγωγή του στο
κόμμα. Αξιοσημείωτο είναι ότι η μεθόδευση της καταδίκης ήρθε την ίδια περίοδο
που η αστυνομία σφράγιζε τα γραφεία της «Δημοκρατικής», απειλούσε ανοικτά με
σύλληψη του ηγέτες της ΕΔΑ, επιβεβαιώνοντας πλήρως τη βασιμότητα του φόβου του
Πλουμπίδη ότι μια ενδεχόμενη υποψηφιότητα Μπελογιάννη, αλλά και του ίδιου του
Πλουμπίδη που αρχικά είχε υποβληθεί, ήταν η παγίδα για να νομιμοποιηθεί η
διάλυση της ΕΔΑ. Η εναλλακτική πρόταση Πλουμπίδη για την υποβολή υποψηφιότητας
των εξόριστων και φυλακισμένων (Γαβριηλίδη, Σαράφη, Χατζημιχάλη, Ιμβριώτη,
Πρωϊμάκη, Τσόχα και Ηλιού) δεν
ελήφθη καν υπόψη από την ηγεσία του ΚΚΕ,
παρότι πέτυχε το στόχο της να δημοσιοποιήσει και διεθνώς το πρόβλημα των διώξεων
εις βάρος της ελληνικής Αριστεράς.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου