ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΡΙΣΗ: ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ΕΝΟΣ ΒΙΒΛΙΟΥ ΕΝ ΤΩ ΓΙΓΝΕΣΘΑΙ
1. ΟΙ ΔΥΟ ΛΟΓΟΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΡΙΣΗ
Θα ήθελα να ξεκινήσω με τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουμε, σύμφυτες, εν πολλοίς, στην έννοια της κρίσης. Μια πρώτη δυσκολία είναι ότι η έννοια αυτή, από την πολλή χρήση, μοιάζει να έχει χάσει τη σημασία της και το τι ακριβώς συνεπάγεται. Ο R. Koselleck,[1] σε ένα πολύ ενδιαφέρον άρθρο του για τη γενεαλογία και τις διαχρονικές χρήσεις και μετατοπίσεις του όρου, σημειώνει ότι η έννοια της «κρίσης»:
«Εξ αιτίας της μεταφορικής της ευελιξίας, απόκτησε βαρύτητα (importance). Υπεισέρχεται στη γλώσσα της καθημερινότητας. Γίνεται ένα κεντρικό σλόγκαν (catch-word, Schlagwort). Στον αιώνα μας δεν υπάρχει, ουσιαστικά, καμιά περιοχή της ανθρώπινης ζωής που να μην έχει εξεταστεί και ερμηνευτεί με τη βοήθεια αυτής της έννοιας με την εγγενή της απαίτηση για αποφάσεις και επιλογές» (2006, σ. 358).
1. ΟΙ ΔΥΟ ΛΟΓΟΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΡΙΣΗ
Θα ήθελα να ξεκινήσω με τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουμε, σύμφυτες, εν πολλοίς, στην έννοια της κρίσης. Μια πρώτη δυσκολία είναι ότι η έννοια αυτή, από την πολλή χρήση, μοιάζει να έχει χάσει τη σημασία της και το τι ακριβώς συνεπάγεται. Ο R. Koselleck,[1] σε ένα πολύ ενδιαφέρον άρθρο του για τη γενεαλογία και τις διαχρονικές χρήσεις και μετατοπίσεις του όρου, σημειώνει ότι η έννοια της «κρίσης»:
«Εξ αιτίας της μεταφορικής της ευελιξίας, απόκτησε βαρύτητα (importance). Υπεισέρχεται στη γλώσσα της καθημερινότητας. Γίνεται ένα κεντρικό σλόγκαν (catch-word, Schlagwort). Στον αιώνα μας δεν υπάρχει, ουσιαστικά, καμιά περιοχή της ανθρώπινης ζωής που να μην έχει εξεταστεί και ερμηνευτεί με τη βοήθεια αυτής της έννοιας με την εγγενή της απαίτηση για αποφάσεις και επιλογές» (2006, σ. 358).
Πώς μπορούμε, συνεπώς, να αποκαταστήσουμε το νόημα μιας λέξης με τόσο γενικευμένη, μεταφορική και πολλαπλή χρήση; Διατυπώνω, λοιπόν, την άποψη ότι έχουμε δύο τρόπους, δύο Λόγους (discourses), με τους οποίους μιλάμε για το ζήτημα της κρίσης και, κατά συνέπεια, κατανοούμε την έννοια της. Υπάρχει, αφ’ ενός ο δημόσιος Λόγος, ο Λόγος των εφημερίδων, των πολιτικών, της καθημερινότητας, και, αφ’ ετέρου, ο επιστημονικός Λόγος. Η διαφορά τους, όχι πάντοτε εμφανής, είναι σημαντική.
Ο δημόσιος Λόγος τείνει στο να αναγάγει την κρίση στα φαινόμενα, να μιλήσει για συγκεκριμένα πράγματα, περιοχές της ανθρώπινης δραστηριότητας, τα οποία θεωρεί ότι είναι σε κρίση. Κατά καιρούς, συνεπώς, διάφοροι θεσμοί, οργανωτικές μορφές, κοινωνικές καταστάσεις, αξίες ή πρακτικές, περιοχές, πόλεις ή και συνοικίες μπορεί να θεωρηθούν ότι βρίσκονται σε μια κατάσταση κρίσης, σοβαρή ή λιγότερο σοβαρή. Στην περίπτωση αυτή η λέξη «κρίση» συνοδεύεται, σχεδόν πάντοτε, από έναν επιθετικό προσδιορισμό. Λόγου χάρη, μιλάμε για την οικονομική κρίση κι έχουμε στο μυαλό μας την κρίση του χρέους, τη δημοσιονομική κρίση, τον πληθωρισμό, την ανεργία, το έλλειμμα του ισοζυγίου πληρωμών ή την πτώση των τιμών του χρηματιστηρίου. Μιλάμε για την κρίση του εκπαιδευτικού συστήματος και, βεβαίως, μπορεί ο καθένας να έχει στο μυαλό του κάτι διαφορετικό για το τι είναι το εκπαιδευτικό σύστημα, ποιες είναι οι λειτουργίες του, και για το τι συνιστά την κρίση του. Μιλούσαμε στη δεκαετία του 1980 και του 1990 για την αποβιομηχάνιση και τις συνέπειές της στην κοινωνική οργάνωση και στην οργάνωση του χώρου. Μιλάμε σήμερα περισσότερο για την κρίση του περιβάλλοντος και την ενέργεια. Μιλάμε για την κρίση ταυτότητας, με αναφορά στα κοινωνικά υποκείμενα, την κρίση του θεσμού του γάμου, τη δημογραφική κρίση, την κρίση στη Μέση Ανατολή, τα μεταναστευτικά ρεύματα, την κρίση των πολιτικών κομμάτων, και ούτω καθεξής.[2]
Ο δημόσιος Λόγος τείνει στο να αναγάγει την κρίση στα φαινόμενα, να μιλήσει για συγκεκριμένα πράγματα, περιοχές της ανθρώπινης δραστηριότητας, τα οποία θεωρεί ότι είναι σε κρίση. Κατά καιρούς, συνεπώς, διάφοροι θεσμοί, οργανωτικές μορφές, κοινωνικές καταστάσεις, αξίες ή πρακτικές, περιοχές, πόλεις ή και συνοικίες μπορεί να θεωρηθούν ότι βρίσκονται σε μια κατάσταση κρίσης, σοβαρή ή λιγότερο σοβαρή. Στην περίπτωση αυτή η λέξη «κρίση» συνοδεύεται, σχεδόν πάντοτε, από έναν επιθετικό προσδιορισμό. Λόγου χάρη, μιλάμε για την οικονομική κρίση κι έχουμε στο μυαλό μας την κρίση του χρέους, τη δημοσιονομική κρίση, τον πληθωρισμό, την ανεργία, το έλλειμμα του ισοζυγίου πληρωμών ή την πτώση των τιμών του χρηματιστηρίου. Μιλάμε για την κρίση του εκπαιδευτικού συστήματος και, βεβαίως, μπορεί ο καθένας να έχει στο μυαλό του κάτι διαφορετικό για το τι είναι το εκπαιδευτικό σύστημα, ποιες είναι οι λειτουργίες του, και για το τι συνιστά την κρίση του. Μιλούσαμε στη δεκαετία του 1980 και του 1990 για την αποβιομηχάνιση και τις συνέπειές της στην κοινωνική οργάνωση και στην οργάνωση του χώρου. Μιλάμε σήμερα περισσότερο για την κρίση του περιβάλλοντος και την ενέργεια. Μιλάμε για την κρίση ταυτότητας, με αναφορά στα κοινωνικά υποκείμενα, την κρίση του θεσμού του γάμου, τη δημογραφική κρίση, την κρίση στη Μέση Ανατολή, τα μεταναστευτικά ρεύματα, την κρίση των πολιτικών κομμάτων, και ούτω καθεξής.[2]