Λόγω μη συμφωνίας, στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο αναβλήθηκε η απόφαση για τη χρηματοδότηση μέτρων μετριασμού και προσαρμογής
Η διακυβερνητική επιτροπή για την κλιματική αλλαγή (IPCC), η οποία εξέδωσε τον Οκτώβριο του 2018 ειδική έκθεση σχετικά με τις επιπτώσεις της υπερθέρμανσης του πλανήτη, τόνισε ότι, αν δεν επισπευστεί άμεσα η ανάληψη δράσης για το κλίμα σε διεθνές επίπεδο, η παγκόσμια μέση αύξηση της θερμοκρασίας θα μπορούσε να φτάσει τους 20C σύντομα, μετά το 2060, και να εξακολουθήσει να αυξάνεται στη συνέχεια. Όμως η κλιματική αλλαγή είναι ήδη παρούσα και είναι ορατή. Η αύξηση της συχνότητας και της έντασης των ακραίων καιρικών φαινομένων, η άνοδος της στάθμης των θαλασσών, η πρόκληση ασθενειών στον άνθρωπο, είναι μερικές από τις επιπτώσεις που είναι ήδη παρούσες και που προσδίδουν στο πρόβλημα έναν εξαιρετικά επείγοντα χαρακτήρα.
Εν όψει των παραπάνω κοινών διαπιστώσεων και δεδομένης της μεγάλης ανησυχίας την οποία εκφράζουν οι ευρωπαίοι πολίτες στη συντριπτική τους πλειοψηφία (77% σύμφωνα με το ευρωβαρόμετρο), θα ήταν αναμενόμενο το ευρωπαϊκό πολιτικό σύστημα να ανταποκριθεί στις ευθύνες που του αναλογούν και να αναλάβει δράση χωρίς καμία καθυστέρηση. Δυστυχώς όμως συνεχίζει να μη στέκεται στο ύψος των κρίσιμων περιστάσεων -στην ουσία αδιαφορεί- όπως φάνηκε στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο στις 20 και 21 Ιουνίου 2019.
Ένα από τα βασικά θέματά του ήταν η Νέα Στρατηγική Ατζέντα 2019-2024, της οποίας βασικός πυλώνας είναι η αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής. Στο πρώτο κείμενο που κατέθεσε ο πρόεδρος Ντόναλντ Τουσκ γινόταν σαφής αναφορά στο στόχο της ΕΕ για μηδενικές εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου μέχρι το 2050 (η λεγόμενη κλιματική ουδετερότητα). Το στόχο αυτό τον υποστήριξαν αρκετές χώρες με προεξάρχουσες τη Γαλλία, την Ισπανία, την Πορτογαλία και την Ελλάδα (οι οποίες είχαν ήδη δεσμευτεί σε αυτό την περασμένη εβδομάδα στη Μάλτα (Διακήρυξη της Βαλέτας). Στη συνέχεια προστέθηκαν, η Γερμανία, η Ιταλία, η Μ. Βρετανία και άλλες μικρότερες χώρες. Ωστόσο, το παραπάνω κείμενο της προεδρίας δεν έγινε, τελικά, αποδεκτό από όλους καθώς η Πολωνία, η Τσεχία, η Λετονία και η Ουγγαρία προέβαλαν αντιρρήσεις οι οποίες δεν κάμφθηκαν παρά τις πιέσεις που ασκήθηκαν -απούσα, δυστυχώς, από την προσπάθεια να μεταπειστούν οι εν λόγω χώρες ήταν η Άνγκελα Μέρκελ.
Ακόμα μια διαφορά Δεξιάς – Αριστεράς