Το 'πράσινο' και το 'κόκκινο'
Η ηθική δέσµευση/στράτευση στην περιβαλλοντική οπτική δεν είναι ιδιαίτερα καινούρια. Στην Ευρώπη, οι πρόδροµοι του περιβαλλοντισµού, µέσα στο αναρχικό ή/και στο σοσιαλιστικό κίνηµα του 19ου αιώνα, είχαν διατυπώσει απόψεις για µια καλύτερη σχέση µε τη φύση µέσα στη βιοµηχανική κοινωνία, µια βιοηθική και µια έννοια ευθύνης για τη γη και τους φυσικούς πόρους (O'Riordan, Turner, 1983). Οµως σήµερα έχει αποκτήσει πρόσθετη επικαιρότητα, καθώς οι ρυθµοί εξάντλησης των πόρων και ρύπανσης του περιβάλλοντος έχουν πολύ επιταχυνθεί.
Πριν από µια δεκαετία η απάντηση της αριστεράς στον περιβαλλοντισµό ήταν απορριπτική. Η θέση των περιβαλλοντιστών εθεωρείτο ανεδαφική γιατί ήταν ολιστική. Η καταστροφή του περιβάλλοντος στο Νότο δεν ήταν ακόµη συνολική ή µη αναστρέψιµη. Ο καπιταλισµός προχωρούσε µε άνιση και συνδυασµένη ανάπτυξη, εξαντλώντας κάποια συστήµατα πόρων πιο πολύ από άλλα, και αφήνοντας πίσω του σηµαντικά προβλήµατα κατανοµής. Οι πόροι κάποιων ανθρώπων καταστρέφονταν προς όφελος άλλων. Οι περιβαλλοντιστές, αρνούµενοι να χαρακτηρίσουν αυτή τη διαδικασία ως καπιταλιστική, δεν πρόσφεραν ερµηνείες για το πώς λειτουργεί, αλλά µόνο περιγραφή της.
Τα ριζοσπαστικά κινήµατα των πράσινων σε διάφορες ευρωπαϊκές χώρες έθεσαν σε πολιτική βάση τα περιβαλλοντικά προβλήµατα και τα συνέδεσαν µε την άνιση ανάπτυξη, ξεκινώντας από την αρχή ότι αν δεν αποτραπεί η περιβαλλοντική κρίση, δεν µπορούν να επιτευχθούν άλλοι κοινωνικοί στόχοι.
Πέρα από τη µόλυνση και την καταστροφή του περιβάλλοντος, οι οικολόγοι καταγγέλλουν:
• τη λατρεία της παραγωγής
• την ένταση στη δουλειά
• την τεχνοκρατία
• την χωρίς όρια αύξηση
• το ρόλο του κράτους' (Σαµουέλ, 1979, σ. )
Τέτοιοι στόχοι αµφισβητούν τον τρόπο ζωής και τις πολιτικές πρακτικές στις αναπτυγµένες χώρες και προβάλλουν ριζικά διαφορετικά πρότυπα κατανάλωσης. Κάτι τέτοιο προϋποθέτει απελευθέρωση από την οικονοµία και ένα τελείως διαφορετικό σύστηµα προτεραιοτήτων, όπου στις κοινωνίες του Βορρά πρέπει να συµβεί αποβιοµηχάνιση και πυρηνικός αφοπλισµός. Αυτό που εµποδίζει τη λήψη µέτρων για την αποτροπή της κρίσης δεν είναι η έλλειψη ειλικρίνειας από την πλευρά των οργανισµών για την ανάπτυξη, όπως υποστηρίζουν κάποια οικολογικά ρεύµατα. Αντίθετα, είναι προς το συµφέρον των βιοµηχανικών χωρών να διατηρούν τη σχέση Βορρά/Νότου, όπου ο Νότος δεν µπορεί να ακολουθήσει το πρότυπο ανάπτυξης του Βορρά.
Η αναπαραγωγή του κεφαλαίου, των προτύπων κατανάλωσης, των επιπέδων ζωής στο Βορρά απαιτεί τους πόρους του Νότου, ενώ η σταδιακή καταστροφή του περιβάλλοντος µοιάζει αναπότρεπτη. Η θεωρία και πολιτική για το περιβάλλον και την ανάπτυξη χρειάζεται σηµαντική αναθεώρηση προκειµένου οι προσεγγίσεις του περιβάλλοντος να ενσωµατώσουν τις συνιστώσες της ανάπτυξης στα ερµηνευτικά τους εργαλεία και η ερµηνεία της ανάπτυξης/υπανάπτυξης να ενσωµατώσει την περιβαλλοντική κρίση. Αυτό προϋποθέτει σηµαντικές ανακατατάξεις στις προσδοκίες και τη ζήτηση στο Βορρά. Γιατί τα όρια της ικανότητας της διεθνούς κοινότητας να προσεγγίσει τα περιβαλλοντικά προβλήµατα ως προβλήµατα ανάπτυξης/υπανάπτυξης δεν είναι τεχνικά. Είναι πολιτικά και οικονοµικά και πολλά προέρχονται από τη δοµή της κατανάλωσης στις αναπτυγµένες χώρες και τις σχέσεις τους µε τον αναπτυσσόµενο κόσµο.
[Ολόκληρο το άρθρο ΕΔΩ - Περιέχετει στο: Ντίνα Βαϊου [ΕΔΩ], «Περιβάλλον και Ανάπτυξη», σ. 15-26, στο «Περιβαλλοντικές Επιπτώσεις του Σχεδιασμού και της Οικιστικής Ανάπτυξης», διάφοροι συγγραφείς, Τομέας Πολεοδομίας και Χωροταξίας, ΕΜΠ, 1997]
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου